Δευτέρα 16 Απριλίου 2007

ΠΑΤΡΑ 1
Σήμερα έχω γεμίσει φωτιά. Η Πάτρα, παλιά πουτάνα αρχόντισσα, μ’ αγκαλιάζει στο λιμάνι της και τις νεοκλασικές πλατείες. Έχω αφήσει πίσω την παραλία μου με μια λαμπερή ξαστεριά τυλιγμένη με ομίχλη και λείπω. Δηλαδή είμαι στο στοιχείο μου. Κι όμως και ‘δώ με κυνηγάνε οι χρωματιστές γραμμές που συγκρούονται σα λούνα παρκ κουρσάκια. Χορεύουν μες στα μάτια μου και γεμίζουν μ’ αυτές ό,τι υπάρχει. Ό,τι υπάρχει, μεγάλη κουβέντα, αφού ακόμα ψάχνω να βρω τι υπάρχει πέρα κι απ’ αυτό που υπάρχει. Τις μάζεψα από αεροπλανικά σύννεφα που σκίζουν το Νότιο ουρανό, διαγραμμίσεις που παραβιάζω διαρκώς, στα χιλιόμετρα που κάνω της εθνικής και χορεύουν με τις ρόδες μου. Τις κουβαλάω ακόμα μαζί μου, πάνω σε ξύλα και κεραμίδια που μαζεύω στις αμμουδιές. Στο πρωινό μου σήμερα όνειρο, γέμιζα μ’ αυτές το λευκό κορμί της δανεικής μου Δουλτσινέας που καμπυλωτά με υποδέχεται πάντα, στο κάστρο της ψηλά, περήφανη σα μακρινό αστέρι, μπλε. Ύστερα θα τις ακολουθούσα πάνω τους βαδίζοντας, καθώς θα γινόμουν τόσο μικρός, σαν ένας νάρκισσος τυφλός που ψάχνει έστω μια αντανάκλαση της αντανάκλασης.
«Ωωωωωω… τι λες ρε άτομο! Τι είπε τώρα! Φέρε ένα ούζο ακόμα στον καλλιτέχνη».

ΠΑΤΡΑ 2
Μόλις θυμήθηκα ότι είμαι ο φτωχός και μόνος καλλιτέχνης! Βρισκόμαστε ακόμα στο κόλλημα με την Πάτρα. Όταν (ακόμα) νόμιζα ότι ζούσα και κολυμπούσα με μεγάλες απλωτές στον αφρό της επιφάνειας, κάπου την είχα δει λίγο περίεργα με την Πολιτιστική της πρωτεύουσα. Τα εκατομμύρια φαγωμένα πριν ακόμα αρχίσει. Από τύπους που μας έβριζαν ως κουλτουριάρηδες - εξαιρείται ο αδερφός του Ανδρέα Μικρούτσικου, που ήταν! Κι ύστερα στην οθόνη του μυαλού μου τυπωμένη η μορφή μιας τσιγγάνας που ούρλιαζε μπροστά απ’ τις μπουλντόζες: «ποιος είναι αυτός ο Νταβίντσι που μας πετάει απ’ τις καλύβες μας! Πού είναι, θέλω να πάω να τον δω!».
…Ήταν η εποχή που δε μπορούσε δα να γίνεται έκθεση κοτζάμ Da Vinci και δίπλα να υπάρχουν καταυλισμοί τσιγγάνων!...
Ήθελα να τυπώσω ένα μεγάλο κόκκινο Χ (βοήθεια μας Αγ. Ανδρέα μου), εγώ ο ακτιβιστής της Τέχνης και πάνω να λέει «ΠΡΟΣΟΧΗ. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ!». Αυτό θα χρησιμοποιούσα και σαν αφίσα για την ομαδική έκθεση που θα έστηνα. Αλλά γι’ αυτό χρειαζόμουν καλλιτέχνες που δε θα είχε καλά χωνέψει η εκπαίδευση και η καριέρα. Και δε βρήκα. Ή δεν έψαξα αρκετά, ο τεμπέλης Δον Κιχώτης. «Σήκω ρε να χτυπήσεις τους ανεμόμυλους!». «Μπα είναι Δευτέρα σήμερα, δε δουλεύουν!». Ε… και μετά σκέφτηκα ποιος νοιάζεται για την Π.Π., εδώ μας κλέβουν από παντού, έχουν πουλήσει τις λέξεις όλες, τα χρώματα, τα νοήματα και έχουν στοιχεία ότι υπογράφαμε και ‘μείς πανευτυχείς για να γίνει αυτό! Χαμογελούσαμε και στο φωτογράφο…
(Όχι συγνώμη. Αυτό δεν είναι τέλος. Απλώς μετά αναθεώρησα τη στάση μου και αποφάσισα να μην έχω πλέον στάση. Δηλαδή, να κινούμαι!).


ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ

Εδώ κάτω, όλα έχουν αρχίσει και τρέχουν γύρω μας. Περνάει ο καιρός, τρέχει ο εξωτερικός χρόνος. Ακόμα δεν κατεβάσαμε τα γαρύφαλλα. Δεν προλάβαμε ν’ αλλάξουμε τα ρούχα μας, καπνισμένα απ’ την επέτειο της 17 Νοέμβρη και γύρω αρχίζουν να στολίζουν για τα Χριστούγεννα! Τώρα θα πρέπει να ετοιμαζόμαστε, να ‘μαστε ελαφρώς φτιαγμένοι και να γυρνάμε από πάρτι σε πάρτι, να κάνουμε δώρα σ’ ανθρώπους που μια φορά το χρόνο βλέπουμε. Να ντυθούμε Άι-Βασίλης, να στολιστούμε σα δέντρο, να χαρούμε που μπαίνει ο Νέος Χρόνος κι ας υποπτευόμαστε ότι θα μας κάνει τις ίδιες μαλακίες με τον παλιό, και μετά, ώσπου να μας περάσει το χανγκ-όβερ, θα ‘χουνε έρθει οι Απόκριες. Τότε θα μπορούμε να ντυθούμε πραγματικά με τον τρόπο που μας ταιριάζει, λέγοντας πως το κάνουμε γι’ αστείο.
Οι ίδιοι άνθρωποι που επίμονα ζητούσαν να ‘μαστε σοβαροί και όλο προσχήματα, τώρα ζητούν απότομα να ‘μαστε ερωτικοί κι αυθόρμητοι κι αστείοι.
Νοιώθω το χρόνο να τρέχει. Τα περιθώρια να μ’ αγκαλιάζουν. Μόλις πριν λίγο ανατινάξαμε την Άνοιξη για λογαριασμό της Ανάστασης και τώρα πάλι πρέπει να βρω ουράνια τόξα να πλέξω στα μαλλιά μου και να βγω στον ήλιο και την αισιοδοξία του καλοκαιριού. Α, και μην ξεχάσω γρήγορα μετά να μπω στη φθινοπωρινή περίσκεψη και μελαγχολία γιατί αρχίζει πάλι η δουλειά. Μετά είναι η επέτειος του ΟΧΙ, όπου γιορτάζουμε για λογαριασμό όλων των τόσων ναι που λέμε στη ζωή μας. Μετά η Πρωταπριλιά, η Σαρακοστή, τα Γενέθλια… Πού βαδίζουμε κύριοι; Ένας φίλος από τότε που το ‘ριξε στο ψάρεμα κατάφερε να συμφιλιωθεί επιτέλους με το Χρόνο. Υπεύθυνος γι’ αυτό ένας μπάρμπας του που του είχε πει: «Γαμ… δε γαμ…, ο καιρός κυλάει.»





Μ.Α.Ε. (Μεγάλα Αναπάντητα Ερωτήματα)

- Το Σύμπαν είναι Πεπερασμένο, Άπειρο ή απλώς Έμπειρο;
- Το αυγό ή η κότα έγινε πρώτα;
- Πόσοι κόκκοι ζάχαρης υπάρχουν πάνω σ’ ένα μέσο κουραμπιέ;
Υπάρχει τελικά μέσος κουραμπιές ή μέσος άνθρωπος, ή είναι κι αυτό ένα στατιστικό φάντασμα;
- Υπάρχει μετά θάνατον ζωή;
- Μήπως υπάρχει και προ της Σύλληψης;
- Υπάρχει κάτι πέρα κι απ’ αυτό που δεν υπάρχει;
- Μπορεί ο Παντοδύναμος Θεός να φτιάξει μια πέτρα τόσο βαριά που να είναι ασήκωτη ακόμα και για τον ίδιο;
- Είναι η θρησκεία μια υπερτιμημένη μέθοδος ψυχοθεραπείας;
- Υπάρχει τελειότητα στη σχετικότητα και αντιστρόφως;
- Αφού η Γη γυρίζει, πόσο πρέπει να τρέξουμε για να μείνουμε ακίνητοι εν τέλει;
- Τι είναι αυτό που θέλουν τελικά οι γυναίκες;
(περισσότερα Μ.Α.Ε. σε λίγο)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου