Δευτέρα 16 Απριλίου 2007

Το κενό μήνυμα στο δρόμο (Στο δρόμο)

Δεν το είχα παρατηρήσει, μέχρι που το παρατήρησα. Βγαίνοντας από την Αθήνα, κι όπως το μάτι άρχισε να μαζεύει ορίζοντες, κάμπους, εκτάσεις που απλώνουν, είδα τις διαφημιστικές γιγάντιες πινακίδες. Στηριγμένες σε σκουριασμένες σιδεριές, ακροβολισμένες στο τοπίο, παραφυλώντας να εκπέμψουν κάποιο μήνυμα. Μονό που, μετά τις δύο τελευταίες πινακίδες που πρόσεξα, άρχισα να συνειδητοποιώ ότι όλες οι επόμενες ήταν λευκές, κενό μήνυμα.
Οι δύο τελευταίες ήταν ενός κόμματος που δεν υπάρχει εδώ και χρόνια. Εγραφε το όνομά του και με μεγάλα κόκκινα γράμματα «Ελπίδα για το Μέλλον». Η άλλη έλεγε πάλι το όνομα και «Προσοχή στο δρόμο». Ταυτίστηκα. Η μόνη ελπίδα για το μέλλον, το κενό ενός κόμματος που δεν υπάρχει! Ο Βούδας μού ‘κλεινε το μάτι πονηρά. Το Κοάν ήταν εδώ. Η λεκτική τρίπλα πάνω στη λογική που κλέβει τη μπάλα του νοήματος και σε απελευθερώνει από τα δεσμά της.
Και ξαφνικά σβήστηκαν όλα τα μηνύματα. Λευκές ταμπέλες αλλεπάλληλες. Να ‘χαν ξεμείνει οι διαφημιστές από ιδέες και λεφτά; Μήπως αυτονομήθηκε ο δέκτης μου και σβήνει όποιο σήμα ανεπιθύμητο; Ή μήπως να ‘ταν το κενό εντέλει, αυτό το μήνυμα που η εποχή μας δίνει; Το σκόπιμο τίποτα. Μια μαλθακή αιώρηση, Χωρίς ελπίδα για το μέλλον. Σβησμένα ίχνη. Σαν το λοφάκι πριν τον Αλισο, χιλιόμετρο 18 μετά την Πάτρα, όπου τα δέντρα κρέμονταν πάνω από την αντανάκλασή τους στη θάλασσα. Τώραμια μπουλντόζα τα ‘σβησε παίρνοντας και τον λόφο!
Το νόημα του λευκού χαρτιού, το κείμενο. Το νόημα του κενού δοχείου είναι το γέμισμα και ευωδιά το βυτίο το κενό. Το νόημα της γεμάτης βαλίτσας είναι ότι χωράει πάντα κάτι ακόμα. Και το πλέον συνεκτικό τμήμα του κωλόχαρτου, εκεί που έχει τις τρύπες. Γι’ αυτό και πάντα κόβεται αλλού!
Θα ήθελα πολύ να γεφυρώσω με αόρατες ανεμόσκαλες το κενό που απλώνεται ανάμεσα στ’ αυτιά κι ανάμεσα στα πόδια κι από το αυτί ως το στόμα. Λέω να πάρω ένα σπρέι αόρατης βαφής κι άσπρη μπογιά ύστερα (όχι πριν), να γράψω πάνω στις άσπρες πινακίδες των οδών ό,τι να ‘ναι, όπως π.χ. «Ο,τι να ‘ναι», «Σεβασμό στον άγνωστο Θεό!» ή «Ζίνα γύρνα πίσω» (η παλιά τηλεσειρά) και άλλα με την απαιτούμενη πάντα σοβαρότητα, αυτεπιστροφή, δηλαδή μπούμερανγκ.

Εγώ και το κενό (Aboriginalia)

Ημουν πάντα φίλος, για να μην πω και μέλος στιγμιαία, σε παρέες που διαλογίζονταν επάνω στο κενό. Σα να λέμε ήμουν μέσα σε μια αίθουσα η οποία αίθουσα όμως ήταν κενή! Μια παρέα ήθελε να σώσει και να περιγράψει τα κενά μέσα στην πόλη. Γι’ αυτό το σκοπό έκανε κενές δράσεις που κάλυπταν με ένα λόγο ελλειπτικό. Οι άλλοι πάλι, επεδίωκαν να δημιουργήσουν κενά δίκτυα μεταξύ ανθρώπων. Χρησιμοποιούσαν κι αυτοί το λόγο (για να μην πω την φτου κακά παλιοκουβέντα «Τέχνη») μ’ ένα τρόπο που άδειαζε το νόημα πιο γρήγορα απ’ ό,τι μπεκρής μπουκάλι με ξυδιασμένο κρασί!
Ποιος ξέρει, μπορεί να βρίσκονταν σε σύμβαση με τον απειροστικό λογισμό του τυχαίου και να επεμβαίνανε στη δυναμική τραμπάλα εξισορρόπησης του σύμπαντος. Κοντά σ’ αυτούς μια ολόκληρη μπιενάλε εκκένωσης, και πιο πίσω κι άλλοι, πολιτικοί, παπάδες διαφόρων θρησκειών, δημοσιογράφοι, τοκιστές και ερωμένες πιθανές μορφές.
Κενό εναντίον κενού.
Κι όμως, ο Γκίνσμπεργκ μου ‘χε πει κάποτε ότι πρέπει να ‘μαστε κενοί κι ολόφωτοι. Ο Καστοριάδης ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε χάρη σε μια τυχαία κύμανση του κβαντικού κενού. Και οι Καταστασιακοί ότι το Θέαμα καρπούται υπεραξία από την κυκλική αναπαραγωγή της αχρηστίας. Πίστευα ότι μπορούσα να μάθω από το κενό. Εβλεπα αισιόδοξα το ποτήρι μισοάδειο.


Η έβδομη τέχνη

Επιτέλους, κατάλαβέ με βρε αναγνώστη μου! Δεν μπορώ να στα δείχνω όλα. Εχω μόνο ένα στυλό. Εκτός αν μου πάρεις μια ψηφιακή να φωτογραφίζω! (Να ‘χει καλή – θεωρητική – ανάλυση). Εξω από την Πάτρα, μια παλιά τσιμεντένια οθόνη θερινού σινεμά και στη θέση των θεατών, ένα περιβόλι πορτοκαλιές. Τι έργο άραγε να βλέπουν; Ο ορισμός της ποίησης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου